Ο γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον
Avrupa 17/07/2022
Το βιβλίο του Richard Bach «Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον», που είχε εκδοθεί το 1970, αφού πρωτα απορρίφθηκε από 18 εκδοτικούς οίκους, είναι πλέον ένα από τα κλασικά best seller όλων των εποχών. Είναι μια αλληγορική ιστορία που αφηγείται τη ζωή ενός γλάρου, που πάει ενάντια στις παραδόσεις του σμήνους του, προσπαθώντας να καταρρίψει τα όρια των πτητικών ικανοτήτων του.
Το μόνο πράγμα που απασχολούσε το σμήνος των γλάρων, ήταν πως να μαζέψουν φαγητό και να γεμίσουν τις κοιλιές τους. Ο γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον έβλεπε τα πράγματα αλλιώς. Ήθελε να δοκιμάσει με τις φτερούγες του να κατακτήσει τον ουρανό και μαζί την ελευθερία του. Καθημερινά δοκίμαζε όλο και ψηλότερες πτήσεις, ξεπερνώντας το υψόμετρο που οι γλάροι μπορούσαν να διαχειριστούν και μετά έκανε ελεύθερη πτώση προσπαθώντας να κάνει ελιγμούς και να ξανανέβει χωρίς να συντριβεί στο έδαφος. Μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες κι αφού τσακίστηκε πολλές φορές, κατάφερε να αναπτύξει τεράστιες ταχύτητες και να ανέβει σε απλησίαστα υψόμετρα. Το συμβούλιο των γλάρων δίκασε τον γλάρο Ιωνάθαν και τον εξόρισε, γιατί ήταν κακό παράδειγμα για το σμήνος. Στην μοναξιά της εξορίας, μόνος και μέσα σε αντίξοες συνθήκες, κάποια στιγμή συνάντησε κι άλλους γλάρους που είχαν αποκτήσει τεράστιες πτητικές ικανότητες και τον δίδαξαν πως να μεταφέρεται από το ένα σημείο στο άλλο εν ριπή οφθαλμού.
Υπήρξαν πολλοί τέτοιοι γλάροι στην Κύπρο που δεν συμβιβάστηκαν με το σύστημα. Που αρνήθηκαν να υποκύψουν στα αφηγήματα και τις απειλές του κάθε εθνικόφρονα φασίστα που κυβέρνησε αυτό τον τόπο. Γλάροι που προτίμησαν την ελευθερία παρά το φαγητό και σκαρφάλωσαν σε μεγάλα υψόμετρα. Ανέβηκαν σε τέτοια ύψη, που μπόρεσαν να δουν το νησί σαν μια οντότητα, χωρίς την αλλοίωση που μόνο από χαμηλά μπορεί κανείς να διακρίνει. Ένα νησί χωρίς συρματοπλέγματα, οδοφράγματα και στρατιωτικές υποδομές που το σφιχταγκαλιάζει η θάλασσα και το φιλούν οι λευκοί αφροί της. Μόνο οι γλάροι που νίκησαν το κατεστημένο μπορούν να δουν μια Κύπρο, όπου οι ορισμοί «Βορράς και Νότος», δεν είναι παρά μονάχα σημεία του ορίζοντα και η μόνη τους μητέρα ονομάζεται Κύπρος.
Οι εθνικιστές και στις δυο κοινότητες πήραν τα όπλα και οδήγησαν την χώρα βήμα-βήμα προς στην καταστροφή. Μετά επέβαλαν πως θα πρέπει να αφηγούμαστε την ιστορία και σε πιο υψόμετρο επιτρέπεται να πετάμε. Το 1974 η Χούντα των Αθηνών έβαλε την μέγγενη στο λαιμό μας και η Τουρκία την έσφιξε. Ο λαός μας μέσα σε ένα καλοκαίρι λεηλατήθηκε, βιάστηκε, δολοφονήθηκε, ρίχτηκε σε ομαδικούς τάφους σαν ζώο και ξεριζώθηκε από της γειτονιές του... επειδή για κάποιους η Μητέρα Κύπρος δεν τους ήταν αρκετή... και γίναμε όλοι βάρβαροι... κι εσύ να θάβεις την Σελτέν κι εγώ την Μαρία.
Ε όχι φίλοι και συμπατριώτες μου, δεν μας ταιριάζει η σιωπή, είναι πιο μικρή από το μπόι μας. Πρέπει να ανοίξουμε φτερά και να κοιτάξουμε το νησί από ψηλά. Όχι μέσα από τα μάτια των πολιτικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων των ξένων δυνάμεων, μα μέσα απ ́ τα μάτια του παππού και της γιαγιάς... τότε που το θαύμα ακόμα λειτουργούσε... προτού λειτουργήσουν τα θυμιατά και τα Καλάσνικοφ.
Ως η τελευταία γενιά που κουβαλάει στο κρανίο της θύμησες, οφείλουμε να σπάσουμε το φράγμα του φόβου και να αλλάξουμε το ρου της ιστορίας. Το τίμημα που πληρώσαμε σαν λαός, μας επιτρέπει να διεκδικήσουμε την επανένωση της πατρίδας μας και για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να κοιτάξουμε την ιστορία κατάματα χωρίς υπεκφυγές. Θέλει θάρρος όσο αυτό του Ιωνάθαν, για να αναλάβει ο καθείς τις ευθύνες του και να επουλωθούν οι πληγές. Θα δοκιμαστούν τα μέσα και τα έξω μας σε μια τέτοια διαδικασία, μα αν δεν αντιμετωπίσουμε τα σκοτάδια μας δεν θα βρούμε ποτέ το φως. Δεν γίνεται να φορτώνουμε στα παιδιά μας το μίσος μιας άλλης γενιάς και να αποκαλούμε αυτό το έγκλημα πατριωτισμό. Μια καρδιά που έχει διδαχτεί την έχθρα ως κανονικότητα δεν θα αγγίξει ποτέ τα σύννεφα.
Λέει λοιπόν ο Richard Bach προς τους δεκαοκτώ εκδότες που δεν κατανόησαν την αξία του βιβλίου του και το απέρριψαν: «Το να βρούμε αυτό που θα θέλαμε να κάνουμε περισσότερο από κάθε άλλο πράγμα στη ζωή μας και να τραβήξουμε προς τα εκεί με θάρρος, ακλόνητη αποφασιστικότητα και επιμονή, όπως αλληγορικά περιγράφεται στις περιπέτειες του Ιωνάθαν, είναι ο δρόμος όλων όσων τολμούν να ζουν ευτυχισμένοι. Σαν αντάλλαγμα γι' αυτή μας την προσπάθεια θα μας περιφρονήσουν, θα μας χλευάσουν και θα μας εξοστρακίσουν από τον κύκλο τους φίλοι και συγγενείς. Αν επιμείνουμε όμως, αν αντέξουμε τη μοναξιά μας και μείνουμε αφοσιωμένοι σε αυτό που με τόση αγάπη αποφασίσαμε να κάνουμε, τότε θα ανακαλύψουμε ότι έχουμε καινούριους φίλους και καινούριους συγγενείς, οι οποίοι ήδη συμμερίζονται τις αξίες και τα ιδανικά που έχουμε επιλέξει, κι ότι μαζί τους θα πετάξουμε πολύ πιο μακριά και πιο ψηλά από όσο μπορούμε ποτέ να ονειρευτούμε.»
Τόνι Αγκαστινιώτης
Avrupa 17/07/2022
Το βιβλίο του Richard Bach «Ο Γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον», που είχε εκδοθεί το 1970, αφού πρωτα απορρίφθηκε από 18 εκδοτικούς οίκους, είναι πλέον ένα από τα κλασικά best seller όλων των εποχών. Είναι μια αλληγορική ιστορία που αφηγείται τη ζωή ενός γλάρου, που πάει ενάντια στις παραδόσεις του σμήνους του, προσπαθώντας να καταρρίψει τα όρια των πτητικών ικανοτήτων του.
Το μόνο πράγμα που απασχολούσε το σμήνος των γλάρων, ήταν πως να μαζέψουν φαγητό και να γεμίσουν τις κοιλιές τους. Ο γλάρος Ιωνάθαν Λίβινγκστον έβλεπε τα πράγματα αλλιώς. Ήθελε να δοκιμάσει με τις φτερούγες του να κατακτήσει τον ουρανό και μαζί την ελευθερία του. Καθημερινά δοκίμαζε όλο και ψηλότερες πτήσεις, ξεπερνώντας το υψόμετρο που οι γλάροι μπορούσαν να διαχειριστούν και μετά έκανε ελεύθερη πτώση προσπαθώντας να κάνει ελιγμούς και να ξανανέβει χωρίς να συντριβεί στο έδαφος. Μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες κι αφού τσακίστηκε πολλές φορές, κατάφερε να αναπτύξει τεράστιες ταχύτητες και να ανέβει σε απλησίαστα υψόμετρα. Το συμβούλιο των γλάρων δίκασε τον γλάρο Ιωνάθαν και τον εξόρισε, γιατί ήταν κακό παράδειγμα για το σμήνος. Στην μοναξιά της εξορίας, μόνος και μέσα σε αντίξοες συνθήκες, κάποια στιγμή συνάντησε κι άλλους γλάρους που είχαν αποκτήσει τεράστιες πτητικές ικανότητες και τον δίδαξαν πως να μεταφέρεται από το ένα σημείο στο άλλο εν ριπή οφθαλμού.
Υπήρξαν πολλοί τέτοιοι γλάροι στην Κύπρο που δεν συμβιβάστηκαν με το σύστημα. Που αρνήθηκαν να υποκύψουν στα αφηγήματα και τις απειλές του κάθε εθνικόφρονα φασίστα που κυβέρνησε αυτό τον τόπο. Γλάροι που προτίμησαν την ελευθερία παρά το φαγητό και σκαρφάλωσαν σε μεγάλα υψόμετρα. Ανέβηκαν σε τέτοια ύψη, που μπόρεσαν να δουν το νησί σαν μια οντότητα, χωρίς την αλλοίωση που μόνο από χαμηλά μπορεί κανείς να διακρίνει. Ένα νησί χωρίς συρματοπλέγματα, οδοφράγματα και στρατιωτικές υποδομές που το σφιχταγκαλιάζει η θάλασσα και το φιλούν οι λευκοί αφροί της. Μόνο οι γλάροι που νίκησαν το κατεστημένο μπορούν να δουν μια Κύπρο, όπου οι ορισμοί «Βορράς και Νότος», δεν είναι παρά μονάχα σημεία του ορίζοντα και η μόνη τους μητέρα ονομάζεται Κύπρος.
Οι εθνικιστές και στις δυο κοινότητες πήραν τα όπλα και οδήγησαν την χώρα βήμα-βήμα προς στην καταστροφή. Μετά επέβαλαν πως θα πρέπει να αφηγούμαστε την ιστορία και σε πιο υψόμετρο επιτρέπεται να πετάμε. Το 1974 η Χούντα των Αθηνών έβαλε την μέγγενη στο λαιμό μας και η Τουρκία την έσφιξε. Ο λαός μας μέσα σε ένα καλοκαίρι λεηλατήθηκε, βιάστηκε, δολοφονήθηκε, ρίχτηκε σε ομαδικούς τάφους σαν ζώο και ξεριζώθηκε από της γειτονιές του... επειδή για κάποιους η Μητέρα Κύπρος δεν τους ήταν αρκετή... και γίναμε όλοι βάρβαροι... κι εσύ να θάβεις την Σελτέν κι εγώ την Μαρία.
Ε όχι φίλοι και συμπατριώτες μου, δεν μας ταιριάζει η σιωπή, είναι πιο μικρή από το μπόι μας. Πρέπει να ανοίξουμε φτερά και να κοιτάξουμε το νησί από ψηλά. Όχι μέσα από τα μάτια των πολιτικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων των ξένων δυνάμεων, μα μέσα απ ́ τα μάτια του παππού και της γιαγιάς... τότε που το θαύμα ακόμα λειτουργούσε... προτού λειτουργήσουν τα θυμιατά και τα Καλάσνικοφ.
Ως η τελευταία γενιά που κουβαλάει στο κρανίο της θύμησες, οφείλουμε να σπάσουμε το φράγμα του φόβου και να αλλάξουμε το ρου της ιστορίας. Το τίμημα που πληρώσαμε σαν λαός, μας επιτρέπει να διεκδικήσουμε την επανένωση της πατρίδας μας και για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να κοιτάξουμε την ιστορία κατάματα χωρίς υπεκφυγές. Θέλει θάρρος όσο αυτό του Ιωνάθαν, για να αναλάβει ο καθείς τις ευθύνες του και να επουλωθούν οι πληγές. Θα δοκιμαστούν τα μέσα και τα έξω μας σε μια τέτοια διαδικασία, μα αν δεν αντιμετωπίσουμε τα σκοτάδια μας δεν θα βρούμε ποτέ το φως. Δεν γίνεται να φορτώνουμε στα παιδιά μας το μίσος μιας άλλης γενιάς και να αποκαλούμε αυτό το έγκλημα πατριωτισμό. Μια καρδιά που έχει διδαχτεί την έχθρα ως κανονικότητα δεν θα αγγίξει ποτέ τα σύννεφα.
Λέει λοιπόν ο Richard Bach προς τους δεκαοκτώ εκδότες που δεν κατανόησαν την αξία του βιβλίου του και το απέρριψαν: «Το να βρούμε αυτό που θα θέλαμε να κάνουμε περισσότερο από κάθε άλλο πράγμα στη ζωή μας και να τραβήξουμε προς τα εκεί με θάρρος, ακλόνητη αποφασιστικότητα και επιμονή, όπως αλληγορικά περιγράφεται στις περιπέτειες του Ιωνάθαν, είναι ο δρόμος όλων όσων τολμούν να ζουν ευτυχισμένοι. Σαν αντάλλαγμα γι' αυτή μας την προσπάθεια θα μας περιφρονήσουν, θα μας χλευάσουν και θα μας εξοστρακίσουν από τον κύκλο τους φίλοι και συγγενείς. Αν επιμείνουμε όμως, αν αντέξουμε τη μοναξιά μας και μείνουμε αφοσιωμένοι σε αυτό που με τόση αγάπη αποφασίσαμε να κάνουμε, τότε θα ανακαλύψουμε ότι έχουμε καινούριους φίλους και καινούριους συγγενείς, οι οποίοι ήδη συμμερίζονται τις αξίες και τα ιδανικά που έχουμε επιλέξει, κι ότι μαζί τους θα πετάξουμε πολύ πιο μακριά και πιο ψηλά από όσο μπορούμε ποτέ να ονειρευτούμε.»
Τόνι Αγκαστινιώτης