Bettmann ArchiveGetty Images
Γεννήθηκε σκλάβα, πέθανε ελεύθερη!
Avrupa 09/10/2022
«Είχα απλά κουραστεί να υποχωρώ»
Ρόζα Παρκς
Αν σας ρωτούσα ποιος είναι ο Τζέιμς Μπλέικ πολύ πιθανόν κανείς δεν θα γνώριζε, όμως πολλοί θα γνωρίζουν το όνομα Ρόζα Παρκς. Το όνομα της μπήκε στην ιστορία την 1η Δεκεμβρίου του 1955 στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, όταν αρνήθηκε να παραχωρήσει την θέση της σε έναν λευκό άντρα στο λεωφορείο. Σύμφωνα με τους κανόνες φυλετικού διαχωρισμού, οι αφροαμερικανοί όφειλαν να κάθονται στις πίσω θέσεις, αν υπήρχαν διαθέσιμες. Με άλλα λόγια, «Οι λευκοί κώλοι πρώτα».
Στο λεωφορείο όπου είχε επιβιβαστεί εκείνο το απόγευμα η Ρόζα Παρκς μπήκαν τέσσερεις λευκοί κώλοι και ο οδηγός Τζέιμς Μπλέικ διέταξε τους τέσσερις αφροαμερικανούς να παραχωρήσουν τις θέσεις τους. Οι τρεις νομοταγείς αφροαμερικανοί συνεπιβάτες της Ρόζας, έσκυψαν το κεφάλι και υπάκουσαν στις διαταγές του οδηγού. Υπάκουσαν στον νόμο. Η 42χρονη μοδίστρα Ρόζα Παρκς αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της και συνελήφθηκε. Η άρνηση της να σηκωθεί έφερε το «Κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα» στους δρόμους και οδήγησε στην κατάργηση των νόμων που στήριζαν τις φυλετικές διακρίσεις. Η Ρόζα τόλμησε να αμφισβητήσει το νόμο και παραβιάζοντας τον, κατάφερε να οδηγήσει στην ανατροπή του.
Κάποιοι είχαν γράψει πως η Ρόζα Παρκς δεν σηκώθηκε εκείνη την μέρα γιατί ήταν κουρασμένη, αλλά όπως η ίδια έγραψε αργότερα στην βιογραφία της, «Είχα απλά κουραστεί να υποχωρώ». Κουράστηκε να υποχωρεί σε παράλογους νόμους και παράλογες πολιτικές που καταπίεζαν την ανθρώπινη φύση. Κουράστηκε να της υπαγορεύει το κράτος πως να ζει, πως να σκέφτεται και τι να πιστεύει. Κουράστηκε να υπακούει σε νόμους που σκοπό είχαν την στέρηση της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας της.
Η Ρόζα, ήταν ο φτωχός αόρατος πολίτης με τα ροζιασμένα χέρια, που βλέπεις καθημερινά να κάθεται σιωπηλά στο πίσω κάθισμα του λεωφορείου. Στο δρόμο για την φάμπρικα γεμίζει τα πνευμόνια καυσαέριο καθώς αγναντεύει με βλέμμα απλανές έξω από το παράθυρο. Δεν διαβάζει πινακίδες, ούτε κοιτάζει τις όμορφες βιτρίνες με τα δαντελένια εσώρουχα. Αγναντεύει τους απλήρωτους λογαριασμούς και παλεύει με την αγωνία πως να φτάσει το φαγητό για τα παιδιά μέχρι το τέλος του μήνα. Είναι ο «ασήμαντος» πολίτης που ψάχνει για φως μέσα σε ένα σκοτεινό και άδικο κόσμο. Αισθάνεται αδύναμος, κουρασμένος κι ανυπεράσπιστος. Μια ψυχή κλειδωμένη στο περιθώριο.
Αυτή λοιπόν η ασήμαντη εργάτρια ξύπνησε εσωτερικά. Έφυγε η θολούρα από τα μάτια της. Είδε την γυμνή αλήθεια. Αντιλήφθηκε πως δεν θα έρθει κανένας Μεσσίας να την σώσει. Κουράστηκε να περιμένει το κράτος, το κόμμα, την συντεχνία, τη βουλή κι αποφάσισε να σώσει τον εαυτό της. Έδωσε την μάχη μόνη της. Δεν γνώριζε εκ τον προτέρων ότι με την στάση της εκείνη την ημέρα θα έβρισκε συμμάχους και θα ξεκινούσε μια κοινωνική αναταραχή που θα ανέτρεπε το νόμο. Το μόνο βέβαιο ήταν ότι θα κατέληγε στη φυλακή και θα γινόταν στόχος των μασκοφόρων της Κουκ Κλουξ Κλαν και ίσως να κατέληγε κρεμασμένη από μια ιτιά. Παραμένοντας καθήμενη στη θέση της, υπερασπίστηκε πανανθρώπινες αξίες. Αυτές οι αξίες δεν εξυπηρετούσαν τα οικονομικά συμφέροντα μιας άρχουσας τάξης, που ήθελε ένα υποτακτικό νέγρο, χωρίς δικαιώματα. Η οικονομική ελίτ ήθελε ένα υπάνθρωπο που να μπορεί να τον εκμεταλλεύεται για να κάνει υπερκέρδη.
Με όσα βλέπω σήμερα γύρω μου, αισθάνομαι πως ζω σε μια κοινωνία που ταξιδεύει παγιδευμένη στο λεωφορείο 2857 στο Μοντγκόμερι του 1955. Σύμπτωση, ήταν η ίδια χρονιά που εντάθηκαν και στην Κύπρο οι δικές μας φυλετικές διακρίσεις, που εξελίχθηκαν πλέον σε ταξικές, σε όποια πλευρά του οδοφράγματος κι αν ζούμε. Το ζήτημα παραμένει το ίδιο. Αν θα παραχωρήσουμε την θέση στο λευκό κολάρο ή αν θα παραμείνουμε καθήμενοι πάνω στις αξίες μας κι ας μας κρεμάσουν στην ιτιά. Η επιλογή της Ρόζα Παρκ ήταν ατομική… μετά έγινε συλλογική… Γεννήθηκε σκλάβα, πέθανε ελεύθερη!
Τόνι Αγκαστινιώτης
Avrupa 09/10/2022
«Είχα απλά κουραστεί να υποχωρώ»
Ρόζα Παρκς
Αν σας ρωτούσα ποιος είναι ο Τζέιμς Μπλέικ πολύ πιθανόν κανείς δεν θα γνώριζε, όμως πολλοί θα γνωρίζουν το όνομα Ρόζα Παρκς. Το όνομα της μπήκε στην ιστορία την 1η Δεκεμβρίου του 1955 στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, όταν αρνήθηκε να παραχωρήσει την θέση της σε έναν λευκό άντρα στο λεωφορείο. Σύμφωνα με τους κανόνες φυλετικού διαχωρισμού, οι αφροαμερικανοί όφειλαν να κάθονται στις πίσω θέσεις, αν υπήρχαν διαθέσιμες. Με άλλα λόγια, «Οι λευκοί κώλοι πρώτα».
Στο λεωφορείο όπου είχε επιβιβαστεί εκείνο το απόγευμα η Ρόζα Παρκς μπήκαν τέσσερεις λευκοί κώλοι και ο οδηγός Τζέιμς Μπλέικ διέταξε τους τέσσερις αφροαμερικανούς να παραχωρήσουν τις θέσεις τους. Οι τρεις νομοταγείς αφροαμερικανοί συνεπιβάτες της Ρόζας, έσκυψαν το κεφάλι και υπάκουσαν στις διαταγές του οδηγού. Υπάκουσαν στον νόμο. Η 42χρονη μοδίστρα Ρόζα Παρκς αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της και συνελήφθηκε. Η άρνηση της να σηκωθεί έφερε το «Κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα» στους δρόμους και οδήγησε στην κατάργηση των νόμων που στήριζαν τις φυλετικές διακρίσεις. Η Ρόζα τόλμησε να αμφισβητήσει το νόμο και παραβιάζοντας τον, κατάφερε να οδηγήσει στην ανατροπή του.
Κάποιοι είχαν γράψει πως η Ρόζα Παρκς δεν σηκώθηκε εκείνη την μέρα γιατί ήταν κουρασμένη, αλλά όπως η ίδια έγραψε αργότερα στην βιογραφία της, «Είχα απλά κουραστεί να υποχωρώ». Κουράστηκε να υποχωρεί σε παράλογους νόμους και παράλογες πολιτικές που καταπίεζαν την ανθρώπινη φύση. Κουράστηκε να της υπαγορεύει το κράτος πως να ζει, πως να σκέφτεται και τι να πιστεύει. Κουράστηκε να υπακούει σε νόμους που σκοπό είχαν την στέρηση της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας της.
Η Ρόζα, ήταν ο φτωχός αόρατος πολίτης με τα ροζιασμένα χέρια, που βλέπεις καθημερινά να κάθεται σιωπηλά στο πίσω κάθισμα του λεωφορείου. Στο δρόμο για την φάμπρικα γεμίζει τα πνευμόνια καυσαέριο καθώς αγναντεύει με βλέμμα απλανές έξω από το παράθυρο. Δεν διαβάζει πινακίδες, ούτε κοιτάζει τις όμορφες βιτρίνες με τα δαντελένια εσώρουχα. Αγναντεύει τους απλήρωτους λογαριασμούς και παλεύει με την αγωνία πως να φτάσει το φαγητό για τα παιδιά μέχρι το τέλος του μήνα. Είναι ο «ασήμαντος» πολίτης που ψάχνει για φως μέσα σε ένα σκοτεινό και άδικο κόσμο. Αισθάνεται αδύναμος, κουρασμένος κι ανυπεράσπιστος. Μια ψυχή κλειδωμένη στο περιθώριο.
Αυτή λοιπόν η ασήμαντη εργάτρια ξύπνησε εσωτερικά. Έφυγε η θολούρα από τα μάτια της. Είδε την γυμνή αλήθεια. Αντιλήφθηκε πως δεν θα έρθει κανένας Μεσσίας να την σώσει. Κουράστηκε να περιμένει το κράτος, το κόμμα, την συντεχνία, τη βουλή κι αποφάσισε να σώσει τον εαυτό της. Έδωσε την μάχη μόνη της. Δεν γνώριζε εκ τον προτέρων ότι με την στάση της εκείνη την ημέρα θα έβρισκε συμμάχους και θα ξεκινούσε μια κοινωνική αναταραχή που θα ανέτρεπε το νόμο. Το μόνο βέβαιο ήταν ότι θα κατέληγε στη φυλακή και θα γινόταν στόχος των μασκοφόρων της Κουκ Κλουξ Κλαν και ίσως να κατέληγε κρεμασμένη από μια ιτιά. Παραμένοντας καθήμενη στη θέση της, υπερασπίστηκε πανανθρώπινες αξίες. Αυτές οι αξίες δεν εξυπηρετούσαν τα οικονομικά συμφέροντα μιας άρχουσας τάξης, που ήθελε ένα υποτακτικό νέγρο, χωρίς δικαιώματα. Η οικονομική ελίτ ήθελε ένα υπάνθρωπο που να μπορεί να τον εκμεταλλεύεται για να κάνει υπερκέρδη.
Με όσα βλέπω σήμερα γύρω μου, αισθάνομαι πως ζω σε μια κοινωνία που ταξιδεύει παγιδευμένη στο λεωφορείο 2857 στο Μοντγκόμερι του 1955. Σύμπτωση, ήταν η ίδια χρονιά που εντάθηκαν και στην Κύπρο οι δικές μας φυλετικές διακρίσεις, που εξελίχθηκαν πλέον σε ταξικές, σε όποια πλευρά του οδοφράγματος κι αν ζούμε. Το ζήτημα παραμένει το ίδιο. Αν θα παραχωρήσουμε την θέση στο λευκό κολάρο ή αν θα παραμείνουμε καθήμενοι πάνω στις αξίες μας κι ας μας κρεμάσουν στην ιτιά. Η επιλογή της Ρόζα Παρκ ήταν ατομική… μετά έγινε συλλογική… Γεννήθηκε σκλάβα, πέθανε ελεύθερη!
Τόνι Αγκαστινιώτης