Μέρος 3 - Την πατρίδα ουκ ελάττω παραδώσω
Avrupa 08/01/2023
Τόνι Αγκαστινιώτης
Συχνά ακούω από κάποιους το επιχείρημα, ότι οι τούρκοι εθνικιστές διέπραξαν περισσότερα εγκλήματα από τους ελληνοκύπριους εθνικιστές, και με ψέγουν, ρωτώντας πώς τόλμησα να εξισώσω τα πολλά εγκλήματα των Τούρκων με τα «δικά μας». Καταρχήν, να πω ότι τα εγκλήματα δεν είναι «δικά μας», δεν είναι ολωνών μας. Ανήκουν σε εκείνους που τα διέπραξαν, στις παρατάξεις τους και σε εκείνους που θέλουν να τα συγκαλύψουν, σε όποιο πολιτικό χώρο και αν ανήκουν. Η συγκάλυψη είναι συνενοχή.
Ο μόνος λόγος που οι Τούρκοι διέπραξαν περισσότερα εγκλήματα, οφειλόταν στη στρατιωτική και αριθμητική τους υπεροχή, τη συγκεκριμένη στιγμή. Τα δικά σας και τα δικά τους εγκλήματα είναι ισότιμα, ως προς το κίνητρο και τη βιαιότητα. Η δολοφονία της Σελτέν δεν διαφέρει από τη δολοφονία του μικρού Αντρέα. Ο βιασμός της Μαρίας δεν διαφέρει από τον βιασμό της Φατιμέ. Είναι εγκλήματα της ίδιας σοβινιστικής σχολής.
Χωρίς και πάλι να θέλω να μπω σε ακαδημαϊκή ανάλυση, στην προσωπική μου πορεία ο διεθνισμός ήταν η απάντηση στις δικές μου εθνικιστικές αντιλήψεις. Ήταν η μεταστροφή μου στον διεθνισμό, που με οδήγησε τελικά στην έρευνα του τουρκοκυπριακού αφηγήματος, στη δημιουργία του ντοκιμαντέρ και στη συγγραφή του βιβλίου που τώρα κρατάς στα χέρια σου.
Ο διεθνισμός, που υποστηρίζει τη σύσφιξη σχέσεων μεταξύ λαών και εθνών, βλέπει όλα τα έθνη ως ισότιμα. Δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες φυλές. Κανένα έθνος δεν υπερέχει του άλλου σε αξία, έστω κι αν έχει στρατιωτική υπεροχή και πλούτο, και επιβάλλεται δια της βίας. Επιβάλλεται λόγω της δύναμής του, όχι λόγω της αξίας του. Και επειδή «Αρία φυλή» δεν υπάρχει, ο εθνικισμός πρέπει να απανθρωποποιήσει αυτούς που θέλει να υποτάξει. Όπως οι Ναζί αποκαλούσαν τους Εβραίους «νυφίτσες», έτσι και στον κυπριακό εθνικισμό έχουμε από τη μια «σκύλους» κι από την άλλη «γκιαούρηδες». Είναι ευκολότερο να σκοτώσεις ένα σκύλο, -αν και δεν θα έπρεπε-, παρά έναν άνθρωπο. Αυτές οι ρατσιστικές αντιλήψεις είναι που οδήγησαν στις γενοκτονίες και εθνοκαθάρσεις, σε όλο τον πλανήτη και στην Κύπρο.
Αν με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960, επικρατούσε ο διεθνισμός αντί ο εθνικισμός, πιστεύω πως η ιστορία θα ήταν διαφορετική. Δυστυχώς, οι συνθήκες εκείνης της εποχής τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, δεν το επέτρεπαν. Αυτό είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο, που δεν έχω σκοπό να αναπτύξω περαιτέρω, παρά μόνο να θυμίσω μια παλιά κυπριακή παροιμία που λέει: «Όπως έστρωσες να τζ̆οιμηθείς». Δυστυχώς, εμείς όπως εστρώσαμεν, έτσι ετζ̆οιμηθήκαμεν...
Αποδεδειγμένα, πλέον, βλέπουμε πως ο εθνικισμός και στις δυο κοινότητες απέτυχε. Μετά από δεκαετίες ανέφικτων πολιτικών επιλογών και κούφιων εθνικιστικών συνθημάτων, η πατρίδα παραμένει διαιρεμένη. Οι μεν κατηγορούν τους δε για αδιαλλαξία, και ο φαύλος κύκλος των συνομιλιών δεν έχει τέλος. Ούτε η απελευθέρωση έχει επιτευχθεί για τους Ελληνοκύπριους, από τη μια, ούτε η αναγνώριση κράτους για τους Τουρκοκύπριους, από την άλλη. Μα πώς είναι δυνατόν να λυθεί το Κυπριακό, όταν όλες οι συνομιλίες καταλήγουν σε εθνικιστικές ρητορικές και αντιπαραθέσεις, και όταν κάθε παραχώρηση ισοδυναμεί, για αμφότερους, με προδοσία;
Ξέρω πως αν είσαι ηγετικό στέλεχος των εθνικιστών, δύσκολα θα μπορούσα να σε πείσω να ανοίξεις τους ορίζοντές σου και να μελετήσεις την αντίθετη άποψη, χωρίς να υψώσεις τις άμυνές σου. Μιλώ σε σένα, τον μέσο εθνικιστή, το παιδί της πιάτσας, που ποτέ δεν εξέτασες άλλες πολιτικές επιλογές. Ίσως να είσαι θύμα παιδομαζώματος που συνέβηκε σε μια ποδοσφαιρική κερκίδα ή απλώς πας με το ρεύμα της παρέας και νιώθεις δυνατός μέσα στην αγέλη. Η αίσθηση δύναμης δεν είναι ένδειξη ορθολογισμού. Σε καλώ, αντί να απειλείς και να οπλίζεσαι με μίσος, να επανεξετάσεις την ιδεολογία σου. Οι φασιστικές αντιλήψεις δεν εκπροσωπούν τα ιδανικά των προγόνων σου, αλλά αυτά των φασιστών της Ιταλίας του Μουσολίνι. Τα ιδανικά της ελευθερίας δεν μπορούν ποτέ να βρίσκονται στην καταπάτηση της ελευθερίας του άλλου. Ο εκφοβισμός δεν είναι αρχαία ελληνική αρετή. Μπορεί να φέρει φίμωση στον αντίπαλο, αλλά αυτόν εσύ δεν θα τον κερδίσεις ποτέ με το μέρος σου.
Σήμερα, το 2022, μετά από δεκαετίες παράλυσης της λύσης του Κυπριακού προβλήματος, αλλά και μέσα στην άθλια οικονομική κατάσταση που επικρατεί στο νησί, ο σοσιαλιστικός διεθνισμός μπορεί να δώσει απαντήσεις και λύσεις, όχι μόνο στο πολιτικό ζήτημα, αλλά σε όλους τους τομείς της κοινωνίας. Το ζήτημα είναι αν θέλεις πραγματικές λύσεις ή αν θέλεις απλώς να ανήκεις σε μια ομάδα, που σου επιτρέπει να εκφράζεις τον θυμό σου.
Το βιβλίο, όπως και το ντοκιμαντέρ, δημιουργήθηκαν με σκοπό να προκαλέσουν ένα διάλογο μέσα στην κοινωνία. Διάλογο με τους εθνικιστές, τους κομμουνιστές, τους πολιτικούς, τους απαθείς, τους ακτιβιστές, τους θρήσκους, τους πάντες. Πέρα από τη μαρτυρία μου για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα μιας εποχής, θέλω να καταθέσω μια άλλη πρόταση, σε όλες τις πολιτικές ομάδες που δρουν στις κοινότητες. Είναι ώρα να επανεξετάσουμε τα κίνητρα και τις πολιτικές μας θέσεις. Αν ο εθνικισμός μας δεν έχει φέρει κανένα αποτέλεσμα, ίσως δεν είμαστε στον σωστό δρόμο. Άλλωστε, πού και πότε στην ιστορία δικαιώθηκε το μίσος και η μισαλλοδοξία;
Avrupa 08/01/2023
Τόνι Αγκαστινιώτης
Συχνά ακούω από κάποιους το επιχείρημα, ότι οι τούρκοι εθνικιστές διέπραξαν περισσότερα εγκλήματα από τους ελληνοκύπριους εθνικιστές, και με ψέγουν, ρωτώντας πώς τόλμησα να εξισώσω τα πολλά εγκλήματα των Τούρκων με τα «δικά μας». Καταρχήν, να πω ότι τα εγκλήματα δεν είναι «δικά μας», δεν είναι ολωνών μας. Ανήκουν σε εκείνους που τα διέπραξαν, στις παρατάξεις τους και σε εκείνους που θέλουν να τα συγκαλύψουν, σε όποιο πολιτικό χώρο και αν ανήκουν. Η συγκάλυψη είναι συνενοχή.
Ο μόνος λόγος που οι Τούρκοι διέπραξαν περισσότερα εγκλήματα, οφειλόταν στη στρατιωτική και αριθμητική τους υπεροχή, τη συγκεκριμένη στιγμή. Τα δικά σας και τα δικά τους εγκλήματα είναι ισότιμα, ως προς το κίνητρο και τη βιαιότητα. Η δολοφονία της Σελτέν δεν διαφέρει από τη δολοφονία του μικρού Αντρέα. Ο βιασμός της Μαρίας δεν διαφέρει από τον βιασμό της Φατιμέ. Είναι εγκλήματα της ίδιας σοβινιστικής σχολής.
Χωρίς και πάλι να θέλω να μπω σε ακαδημαϊκή ανάλυση, στην προσωπική μου πορεία ο διεθνισμός ήταν η απάντηση στις δικές μου εθνικιστικές αντιλήψεις. Ήταν η μεταστροφή μου στον διεθνισμό, που με οδήγησε τελικά στην έρευνα του τουρκοκυπριακού αφηγήματος, στη δημιουργία του ντοκιμαντέρ και στη συγγραφή του βιβλίου που τώρα κρατάς στα χέρια σου.
Ο διεθνισμός, που υποστηρίζει τη σύσφιξη σχέσεων μεταξύ λαών και εθνών, βλέπει όλα τα έθνη ως ισότιμα. Δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες φυλές. Κανένα έθνος δεν υπερέχει του άλλου σε αξία, έστω κι αν έχει στρατιωτική υπεροχή και πλούτο, και επιβάλλεται δια της βίας. Επιβάλλεται λόγω της δύναμής του, όχι λόγω της αξίας του. Και επειδή «Αρία φυλή» δεν υπάρχει, ο εθνικισμός πρέπει να απανθρωποποιήσει αυτούς που θέλει να υποτάξει. Όπως οι Ναζί αποκαλούσαν τους Εβραίους «νυφίτσες», έτσι και στον κυπριακό εθνικισμό έχουμε από τη μια «σκύλους» κι από την άλλη «γκιαούρηδες». Είναι ευκολότερο να σκοτώσεις ένα σκύλο, -αν και δεν θα έπρεπε-, παρά έναν άνθρωπο. Αυτές οι ρατσιστικές αντιλήψεις είναι που οδήγησαν στις γενοκτονίες και εθνοκαθάρσεις, σε όλο τον πλανήτη και στην Κύπρο.
Αν με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960, επικρατούσε ο διεθνισμός αντί ο εθνικισμός, πιστεύω πως η ιστορία θα ήταν διαφορετική. Δυστυχώς, οι συνθήκες εκείνης της εποχής τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό, δεν το επέτρεπαν. Αυτό είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο, που δεν έχω σκοπό να αναπτύξω περαιτέρω, παρά μόνο να θυμίσω μια παλιά κυπριακή παροιμία που λέει: «Όπως έστρωσες να τζ̆οιμηθείς». Δυστυχώς, εμείς όπως εστρώσαμεν, έτσι ετζ̆οιμηθήκαμεν...
Αποδεδειγμένα, πλέον, βλέπουμε πως ο εθνικισμός και στις δυο κοινότητες απέτυχε. Μετά από δεκαετίες ανέφικτων πολιτικών επιλογών και κούφιων εθνικιστικών συνθημάτων, η πατρίδα παραμένει διαιρεμένη. Οι μεν κατηγορούν τους δε για αδιαλλαξία, και ο φαύλος κύκλος των συνομιλιών δεν έχει τέλος. Ούτε η απελευθέρωση έχει επιτευχθεί για τους Ελληνοκύπριους, από τη μια, ούτε η αναγνώριση κράτους για τους Τουρκοκύπριους, από την άλλη. Μα πώς είναι δυνατόν να λυθεί το Κυπριακό, όταν όλες οι συνομιλίες καταλήγουν σε εθνικιστικές ρητορικές και αντιπαραθέσεις, και όταν κάθε παραχώρηση ισοδυναμεί, για αμφότερους, με προδοσία;
Ξέρω πως αν είσαι ηγετικό στέλεχος των εθνικιστών, δύσκολα θα μπορούσα να σε πείσω να ανοίξεις τους ορίζοντές σου και να μελετήσεις την αντίθετη άποψη, χωρίς να υψώσεις τις άμυνές σου. Μιλώ σε σένα, τον μέσο εθνικιστή, το παιδί της πιάτσας, που ποτέ δεν εξέτασες άλλες πολιτικές επιλογές. Ίσως να είσαι θύμα παιδομαζώματος που συνέβηκε σε μια ποδοσφαιρική κερκίδα ή απλώς πας με το ρεύμα της παρέας και νιώθεις δυνατός μέσα στην αγέλη. Η αίσθηση δύναμης δεν είναι ένδειξη ορθολογισμού. Σε καλώ, αντί να απειλείς και να οπλίζεσαι με μίσος, να επανεξετάσεις την ιδεολογία σου. Οι φασιστικές αντιλήψεις δεν εκπροσωπούν τα ιδανικά των προγόνων σου, αλλά αυτά των φασιστών της Ιταλίας του Μουσολίνι. Τα ιδανικά της ελευθερίας δεν μπορούν ποτέ να βρίσκονται στην καταπάτηση της ελευθερίας του άλλου. Ο εκφοβισμός δεν είναι αρχαία ελληνική αρετή. Μπορεί να φέρει φίμωση στον αντίπαλο, αλλά αυτόν εσύ δεν θα τον κερδίσεις ποτέ με το μέρος σου.
Σήμερα, το 2022, μετά από δεκαετίες παράλυσης της λύσης του Κυπριακού προβλήματος, αλλά και μέσα στην άθλια οικονομική κατάσταση που επικρατεί στο νησί, ο σοσιαλιστικός διεθνισμός μπορεί να δώσει απαντήσεις και λύσεις, όχι μόνο στο πολιτικό ζήτημα, αλλά σε όλους τους τομείς της κοινωνίας. Το ζήτημα είναι αν θέλεις πραγματικές λύσεις ή αν θέλεις απλώς να ανήκεις σε μια ομάδα, που σου επιτρέπει να εκφράζεις τον θυμό σου.
Το βιβλίο, όπως και το ντοκιμαντέρ, δημιουργήθηκαν με σκοπό να προκαλέσουν ένα διάλογο μέσα στην κοινωνία. Διάλογο με τους εθνικιστές, τους κομμουνιστές, τους πολιτικούς, τους απαθείς, τους ακτιβιστές, τους θρήσκους, τους πάντες. Πέρα από τη μαρτυρία μου για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα μιας εποχής, θέλω να καταθέσω μια άλλη πρόταση, σε όλες τις πολιτικές ομάδες που δρουν στις κοινότητες. Είναι ώρα να επανεξετάσουμε τα κίνητρα και τις πολιτικές μας θέσεις. Αν ο εθνικισμός μας δεν έχει φέρει κανένα αποτέλεσμα, ίσως δεν είμαστε στον σωστό δρόμο. Άλλωστε, πού και πότε στην ιστορία δικαιώθηκε το μίσος και η μισαλλοδοξία;